Του Δημήτρη Χρήστου
ΣΕ ΠΡΟΣΦΑΤΗ δήλωσή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεφούρνισε μια ατάκα κλισέ: «Δεν υπάρχει ισχυρή χώρα χωρίς ισχυρές επιχειρήσεις». Και πώς γίνονται ισχυρές οι επιχειρήσεις μιας χώρας στο μέγεθος της Ελλάδας, και μάλιστα σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση και την εξαιρετικά επικίνδυνη διεθνή συγκυρία; Όταν οι εγχώριες επιχειρήσεις, και μάλιστα ακόμα και οι μεγάλες, είναι πολύ μικρές για τα διεθνή δεδομένα και δεν έχουν τη δυνατότητα ή ακόμα και το μακροπρόθεσμο όραμα να καινοτομήσουν, ποιος θα τις βοηθήσει να καλύψουν αυτές τις αδυναμίες;
ΠΟΙΟΙ και πώς θα συμβάλουν στην τεχνολογική και επιστημονική έρευνα; Ποιοι και πώς θα συμβάλουν στην ανακάλυψη αγορών για να προωθήσουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους; Ποιο τραπεζικό σύστημα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του και στις προκλήσεις της εποχής;
ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΜΑΙ συχνά ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα πανεπιστήμια της Βρετανίας, αυτό του Λάνκαστερ. Ξεναγήθηκα σε κτήρια που προορίζονται για νεοφυείς καινοτόμες επιχειρήσεις που ιδρύουν ομάδες μεταπτυχιακών και μεταδιδακτορικών φοιτητών μετά το πέρας των σπουδών τους.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ το πανεπιστήμιο διαθέτει πλήθος υποστηρικτικών υπηρεσιών για τη χρηματοδότησή τους, για την εξεύρεση πελατών, νομική και λογιστική υποστήριξη και εξεύρεση συνεργασιών. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της Βρετανίας, αλλά στα περισσότερα της Ευρώπης, όπου νεοφυείς επιχειρήσεις αναλαμβάνουν έρευνες για λογαριασμό του ιδιωτικού τομέα, εκείνου που δεν διαθέτει πόρους και δυναμικό για κάτι τέτοιο.
ΠΩΣ ΛΟΙΠΟΝ θα γίνουν ισχυρές οι ελληνικές επιχειρήσεις, όταν ο κ. Μητσοτάκης ανέθεσε στη «θεατρικά θεούσα» υπουργό Παιδείας να τυφλώσει τους μαθητές της Μέσης Εκπαίδευσης και να περιορίσει την περιέργειά τους, που είναι ήταν και θα είναι, η κινητήρια δύναμη των ανακαλύψεων; Πώς και από πού θα βρουν πόρους τα πανεπιστημιακά ιδρύματα για να μπορέσουν να συμβάλουν στην ανάπτυξη;
ΤΟ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΙΣ ένα αξιόλογο και ανταγωνιστικό προϊόν είναι η μισή δουλειά. Η άλλη μισή είναι να βρεις μέσα, να το τυποποιήσεις σωστά να το ταυτοποιήσεις και να το προωθήσεις στη διεθνή αγορά. Και αυτό το κάνουν, ειδικά σε χώρες στο μέγεθος της Ελλάδας, οι ισχυροί οργανισμοί προώθησης των εξαγωγών.
ΟΙ ΑΝΑΓΚΕΣ της χώρας για έρευνα και καινοτομίες είναι μεγάλη, αλλά χωρίς άλματα είναι καταδικασμένη η μεγαλύτερη παραγωγή της να είναι εξαγωγή επιστημονικού και υψηλής ειδίκευσης δυναμικού. Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, η χώρα μας υστερεί διαχρονικά στο επίπεδο των καινοτόμων επενδύσεων τόσο έναντι της συνολικής παγκόσμιας δαπάνης (1,12% του εθνικού ΑΕΠ έναντι 2,23% του παγκόσμιου ΑΕΠ) όσο και της αντίστοιχης στην Ε.Ε. (1,12% του εθνικού ΑΕΠ έναντι 2,03% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ) με βάση τα στοιχεία για το 2016.
ΕΚΕΙΝΟ που χρειάζεται να υπογραμμιστεί είναι ότι ο ιδιωτικός τομέας παρουσιάζει τη μεγαλύτερη υστέρηση έναντι του μέσου όρου της Ε.Ε., καθώς οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξή του αντιπροσωπεύουν μόλις το 0,55% του ΑΕΠ έναντι 1,28%, που είναι ο μέσος όρος στην Ε.Ε.. Η αντίστοιχη υστέρηση για τις δημόσιες δαπάνες είναι μόλις 0,18 της ποσοστιαίας μονάδας, δηλαδή 0,57% του ελληνικού ΑΕΠ έναντι 0,75% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ.
ΟΠΟΙΟΣ διαθέτει ειλικρινά όραμα προόδου οφείλει να απαντήσει τι και πώς θα το κάνει για να ανταποκριθεί σε εθνικής σημασίας ανάγκες. Πώς όμως να το κάνεις, όταν στην πράξη, ως κυβέρνηση, θεωρείς τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας τη φθηνή και απροστάτευτη εργασία και τους μικρούς φόρους;
ΑΠΟ ΠΟΥ και πώς θα χρηματοδοτηθεί η πανεπιστημιακή έρευνα και πώς θα γίνουν ισχυρές και ανταγωνιστικές οι ελληνικές επιχειρήσεις, όταν το δογματικά νεοφιλελεύθερο σχέδιό σου ξεκίνησε από την εξίσωση (υποβάθμιση) των πτυχίων των πανεπιστημίων με εκείνα των ιδιωτικών κολεγίων;
ΣΥΜΦΩΝΑ με τα στοιχεία του Ιανουαρίου, του ουσιαστικά πρώτου μήνα του πρώτου προϋπολογισμού αυτής της κυβέρνησης, είχαμε υστέρηση 743 εκατομμύρια στα δημόσια έσοδα και υπέρβαση 232 εκατομμύρια στις αντίστοιχες δαπάνες λόγω παραλυσίας του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
ΕΤΣΙ δεν πάμε πουθενά και οι πιο ενδιαφέρουσες ελληνικές επιχειρήσεις θα εξαγοραστούν για να συνδεθούν με το διεθνές εμπόριο, ενώ οι μικρομεσαίες θα εξαφανιστούν από τον κατακλυσμό των εισαγωγών. Μέχρι να βρεθεί από τους πολίτες (ελπίζω) κυβέρνηση ικανή να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής.
Πηγή: Αυγή